Υπερχρεωμένα Νοικοκυριά & Προστασία Α’ Κατοικίας
Ο ν. 3869/2010, γνωστός και ως “νόμος Κατσέλη”, παρέχει τα εργαλεία προκειμένου να ρυθμιστούν οι οφειλές φυσικών προσώπων με μόνιμη αδυναμία πληρωμής προς πιστωτικα ιδρύματα και όχι μόνο με όρους ιδιαίτερα ευνοϊκούς.
Στο πλαίσιο αυτό, το γραφείο μας διαθέτει την απαιτούμενη εμπειρία και άριστη κατάρτιση στο πεδίο του νόμου Κατσέλη, αλλά και του «διαδόχου» πλαισίου προστασίας της Πρώτης Κατοικίας του ν. 4605/2019 και της σχετικής ηλεκτρονικής πλατφόρμας, αναλαμβάνοντας την ταχεία και αποτελεσματική εκπροσώπηση και καθοδήγηση των εντολέων του σε όλα τα στάδια, τόσο εξωδικαστικό και στάδιο της ηλεκτρονικής πλατφόρμας, όσο και δικαστικό, σε πρώτο και δεύτερο βαθμό.
Δείτε παρακάτω μία σύντομη επισκόπηση του ν. 3869/2010 για τα Υπερχρεωμένα Νοικοκυριά(Νόμος Κατσέλη) σε συνδυασμό με το ν. 4605/2019 για την προστασία της Α’ Κατοικίας.
O Νόμος 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, όπως τροποποιήθηκε από τους ν. 3996/2011, τον ν. 4019/2011 και τον ν. 4161/2013 έχει ήδη εφαρμοστεί για χιλιάδες δανειολήπτες σε όλη την Ελλάδα, για τους οποίους τα Ειρηνοδικεία εφαρμόζοντας τις διατάξεις του, προέβησαν στην έκδοση εξαιρετικά ευνοϊκών αποφάσεων για την ρύθμιση των οφειλών τους ή ακόμα και την απαλλαγή τους για μέρος από αυτές.
Πρόκειται για το ελληνικό δίκαιο της αστικής αφερεγγυότητας που έρχεται να δώσει λύση σε όσους αντιμετωπίζουν ουσιαστική αδυναμία να εξυπηρετήσουν τις δανειακές τους υποχρεώσεις.
1. Ποιος μπορεί να ενταχθεί στις ευεργετικές διατάξεις του ν. 3869/2010;
Κάθε φυσικό πρόσωπο, ιδιώτης ή επαγγελματίας αρκεί να μην είναι έμπορος. Όσοι έχουν την εμπορική ιδιότητα υπάγονται αποκλειστικά στις διατάξεις του Πτωχευτικού Κώδικα και όχι σε αυτές του ν. 3869/2010.
Το πρόσωπο που υπάγεται στη διαδικασία πρέπει να έχει μόνιμη αδυναμία πληρωμής των οφειλών του, στην οποία να έχει περιέλθει χωρίς δόλο.
2. Πότε κάποιος είναι έμπορος;
Έμπορος είναι κάποιος που κατά σύνηθες επάγγελμα ασκεί εμπορικές πράξεις και έχει την εμπορία σαν κύριο επάγγελμα. Έμποροι δεν είναι όσοι ασκούν μικροεμπορία (π.χ. ψιλικατζής, οδηγός ταξί, ηλεκτρολόγος, υδραυλικός, κτηνοτρόφος, δασοκόμος, ψαράς κ.λπ.) γιατί η εργασία τους στηρίζεται περισσότερο στην σωματική τους καταπόνηση και την άσκηση χειρωνακτικής εργασίας παρά στην εμπορία. Έμπορος είναι και ο ομόρρυθμος εταίρος εμπορικής Ο.Ε. ή Ε.Ε., όχι όμως και όποιος κατέχει μερίδιο σε ΕΠΕ ή μετοχές σε Α.Ε. (πλην του μεγαλομετόχου της). Πάντως, ορθό είναι η κατοχή ή όχι εμπορικής ιδιότητας να κρίνεται περιπτωσιολογικά.
3. Πόσες φορές μπορεί κάποιος να υπαχθεί στις διατάξεις του ν. 3869/2010 και στη ρύθμιση του ν. 4605/2019;
Η ρύθμιση του ν. 3869/2010, όπως και αυτή του ν. 4605/2019 είναι προσωποπαγής και το κάθε πρόσωπο μπορεί να υπαχθεί στη ρύθμιση μόνο μία φορά στη ζωή του.
4. Ποιες οφειλές υπάγονται στις διατάξεις του ν. 3869/2010;
Στις διατάξεις του ν. 3869/2010 υπάγονται όλες οι ληξιπρόθεσμες οφειλές, όχι μόνο οι οφειλές προς πιστωτικά ιδρύματα ( τράπεζες ). Εξαιρούνται οι οφειλές που έχουν αναληφθεί ένα έτος πριν την υποβολή της αίτησης στη Ειρηνοδικείο, καθώς και οι οφειλές που προέκυψαν από αδικοπραξία που τελέστηκε με δόλο, διοικητικά πρόστιμα, χρηματικές ποινές, φόρους και τέλη προς το Δημόσιο και του Ο.Τ.Α., τέλη προς ΝΠΔΔ και εισφορές προς οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης και ασφαλιστικά ταμεία, καθώς και δάνεια από Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης.
5. Ποια είναι τα στάδια της διαδικασίας υπαγωγής στον ν. 3869/2010 πριν την υποβολή της αίτησης στο Ειρηνοδικείο;
α) Συγκέντρωση οφειλών από τους πιστωτές: Κατόπιν αιτήσεως των οφειλετών, οι πιστωτές υποχρεούνται να τους παρέχουν αναλυτική κατάσταση των προς αυτούς οφειλών τους κατά κεφάλαιο, τόκους, έξοδα και τρέχον επιτόκιο μέσε σε 10 εργάσιμες ημέρες.
Ο Εξωδικαστικός Συμβιβασμός έχει πλέον καταργηθεί μετά την θέση σε ισχύ του ν. 4161/2013.
6. Ποιο είναι το αρμόδιο Δικαστήριο για την εκδίκαση της αίτησης;
Αρμόδιο είναι το Ειρηνοδικείο της κατοικίας ή της συνήθους διαμονής του οφειλέτη που δικάζει με τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας (ανακριτικό σύστημα).
7. Τι πρέπει να περιέχει η αίτηση που κατατίθεται ενώπιον του Ειρηνοδικείου;
Η αίτηση που κατατίθεται ενώπιον του Ειρηνοδικείου πρέπει να περιέχει: α) κατάσταση της περιουσίας του οφειλέτη, β) κατάσταση των κάθε είδους εισοδημάτων του οφειλέτη και της συζύγου του, γ) αναλυτική κατάσταση πιστωτών και απαιτήσεων κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα και δ) σχέδιο διευθέτησης οφειλών που να λαμβάνει με εύλογο τρόπο και συσχέτιση τα συμφέροντα των πιστωτών και την περιουσία, τα εισοδήματα και την οικογενειακή κατάσταση του οφειλέτη.
Το σχέδιο διευθέτησης των οφειλών πρέπει να είναι εύλογο και να μπορεί να εξυπηρετηθεί από τον οφειλέτη χωρίς να θυσιάζεται όμως η αξιοπρεπής του διαβίωση.
Με την κατάθεση της αίτησης στο Ειρηνοδικείο, ορίζεται και δικάσιμος συζήτησής της και ημερομηνία επικύρωσης του ενδεχόμενου προδικαστικού συμβιβασμού ή, σε περίπτωση μη επίτευξής του, ημερομηνία έκδοσης προσωρινής διαταγής που αναστέλλει τα καταδιωκτικά μέτρα σε βάρος του οφειλέτη και της περιουσίας του και απαγορεύει την νομική ή πραγματική μεταβολή της μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της αίτησης. Παράλληλα, καθορίζεται και το ποσό που θα καλείται ο οφειλέτης να καταβάλλει στους πιστωτές του για το ως άνω διάστημα. Είναι δυνατό να ορίζονται και μηδενικές καταβολές.
Από την κατάθεση της αίτησης μέχρι και ημερομηνία επικύρωσης του ενδεχόμενου προδικαστικού συμβιβασμού ή, σε περίπτωση μη επίτευξής του, ημερομηνία έκδοσης προσωρινής διαταγής αναστέλλονται αυτοδίκαια τα καταδιωκτικά μέτρα σε βάρος του οφειλέτη και της περιουσίας του.
8. Τι γίνεται μετά την κατάθεση της αίτησης;
Μέσα σε δεκαπέντε ημέρες από την κατάθεσή της, η αίτηση πρέπει να επιδοθεί στους πιστωτές με πρόσκληση να υποβάλλουν τις απόψεις τους επ’ αυτής και να δηλώσουν αν συμφωνούν με το σχέδιο διευθέτησης οφειλών που προτείνει ο οφειλέτης.
Ο πιστωτής λαμβάνοντας γνώση του φακέλου του οφειλέτη και είναι δυνατό να προτείνει εγγράφως απόψεις.
Η αίτηση πρέπει επίσης να επιδίδεται και στους εγγυητές, αν υπάρχουν.
9. Τι συμβαίνει με τα καταδιωκτικά μέτρα;
Από την κατάθεση της αίτησης και μέχρι την ημέρα της επικύρωσης ή της συζήτησης του αιτήματος για έκδοση προσωρινής διαταγής δεν επιτρέπεται εκ του Νόμου η λήψη καταδιωκτικών μέτρων κατά του οφειλέτη, καθώς και η μεταβολή της πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας του. Με την προσωρινή διαταγή δύναται να παραταθεί η ανωτέρω απαγόρευση μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της αίτησης.
10. Τι συμβαίνει με τους τόκους;
Με την κοινοποίηση της αίτησης, οι απαιτήσεις παύουν να είναι τοκοφόρες και υπολογίζονται με την αξία που έχουν κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης. Εξαιρούνται οι απαιτήσεις που είναι εξασφαλισμένες με ειδικό προνόμιο ή εμπράγματη ασφάλεια, που συνεχίζουν να εκτοκίζονται μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της αιτήσεως με επιτόκιο ενήμερης οφειλής.
11. Τι περιλαμβάνει η διαδικασία του προδικαστικού συμβιβασμού;
Ο οφειλέτης, λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις των πιστωτών, μπορεί να προβεί σε τροποποίηση επί του σχεδίου διευθέτησης των οφειλών του, προκειμένου να επέλθει ο προδικαστικός συμβιβασμός. Συμβιβασμός μπορεί να γίνει και σε κάθε στάδιο της διαδικασίας.
12. Τι συμβαίνει αν στο σχέδιο διευθέτησης οφειλών δεν ενταχθεί απαίτηση ανέγγυου πιστωτή και αυτός δεν λάβει εγγράφως θέση επ’ αυτού εντός δύο μηνών από την κατάθεση της αίτησης;
Σε αυτή την περίπτωση, η απαίτησή του αυτή αποσβέννυται. Σε κάθε περίπτωση, ο δικαστής μπορεί και αυτεπαγγέλτως να τον εντάξει στην ρύθμιση.
13. Τι συμβαίνει αν επέλθει ο προδικαστικός συμβιβασμός;
Ο Δικαστής επικυρώνει το σχέδιο διευθέτησης κατά την ημερομηνία της επικύρωσης σε περίπτωση που συγκατατίθενται στο σχέδιο πιστωτές με απαιτήσεις πάνω από το μισό του συνολικού ύψους των οφειλών του αιτούντος οφειλέτη, στους οποίους πρέπει να περιλαμβάνονται όλοι οι εμπραγμάτως εξασφαλισμένοι πιστωτές και οι πιστωτές που κατέχουν το ήμισυ τουλάχιστον των τυχόν εργατικών απαιτήσεων.
Στην περίπτωση αυτή ο Δικαστής υποκαθιστά την έλλειψη συγκατάθεσης όσων πιστωτών καταχρηστικά αντιτίθενται στον δικαστικό συμβιβασμό. Ωστόσο, δεν μπορεί να υποκαταστήσει την έλλειψη συγκατάθεσης πιστωτή που δεν ικανοποιείται σε ανάλογο βαθμό με τους άλλους πιστωτές ή που αποδείξει ότι περιέρχεται σε δυσμενέστερη οικονομικά θέση από αυτή που θα περιερχόταν αν συνεχιζόταν η διαδικασία απαλλαγής του οφειλέτη ή αμφισβητείται απαίτηση από τον οφειλέτη ή οποιονδήποτε πιστωτή.
14. Τι συμβαίνει αν αποτύχει και η προσπάθεια προδικαστικού συμβιβασμού;
Στην περίπτωση αυτή, αν τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη δεν επαρκούν, ο Δικαστής λαμβάνοντας υπόψη τα εισοδήματα του οφειλέτη και τη δυνατότητα συνεισφοράς της συζύγου του και σταθμίζοντας τις βιοτικές ανάγκες του ίδιου και των προστατευόμενων μελών της οικογένειάς του κατά τρόπο ώστε να μην θίγεται η αξιοπρεπής τους διαβίωση, ρυθμίζει τις οφειλές του με μηνιαίες καταβολές για τέσσερα χρόνια ποσού που καταβάλλεται σύμμετρα προς όλους τους πιστωτές του. Δηλαδή, το μηνιαίο ποσό που ορίζει το δικαστήριο ότι ο οφειλέτης μπορεί να εισφέρει για την κάλυψη των απαιτήσεων των πιστωτών του μοιράζεται στους πιστωτές αναλογικά με βάση το ύψος της απαίτησής τους.
15. Πότε επέρχεται η απαλλαγή του οφειλέτη από το υπόλοιπο των οφειλών του;
Η απαλλαγή του οφειλέτη από το υπόλοιπο των οφειλών του επέρχεται αν εκπληρώσει την ως άνω τετραετή ρύθμιση και μόνο όταν αυτή ολοκληρωθεί.
Αν ο οφειλέτης καθυστερήσει για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών μηνών την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του από την ρύθμιση ή αν δυστροπεί επανειλημμένα, εκπίπτει από αυτήν και οι απαιτήσεις επανέρχονται στο ύψος που έχουν πριν την υποβολή της αίτησης στο Ειρηνοδικείο.
16. Τι συμβαίνει με εξαιρετικές περιπτώσεις οφειλετών;
Σε περιπτώσεις οφειλετών με χρόνια ανεργία ή σοβαρά προβλήματα υγείας ή άλλες περιπτώσεις που ο οφειλέτης λαμβάνει πολύ χαμηλό εισόδημα που δεν επαρκεί ούτε για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών του και αν δεν συντρέχει υπαιτιότητά του, το Δικαστήριο μπορεί να δώσει περίοδο χάριτος με πολύ χαμηλές ή και μηδενικές καταβολές και να εξετάσει εκ νέου την αίτηση του οφειλέτη μετά από τουλάχιστον πέντε μήνες.
17. Τι γίνεται με τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη;
Αν υπάρχουν περιουσιακά στοιχεία στο όνομα του οφειλέτη, το δικαστήριο μπορεί να διατάξει τον ορισμό εκκαθαριστή για την ρευστοποίησή τους και την ικανοποίηση των δανειστών.
18. Μπορεί να εξαιρεθεί από την ρευστοποίηση η κύρια κατοικία του οφειλέτη;
Ναι. Ο οφειλέτης μπορεί με αίτημά του να ζητήσει την διάσωση της κύριας κατοικίας του με βάση συγκεκριμένο σχέδιο που εγκρίνεται από το Δικαστήριο, το οποίο θα έπρεπε να έχει υποβληθεί μέχρι την 28η Φεβρουαρίου 2019.
19. Τι συμβαίνει αν κάποιος έχει ιδανικό μερίδιο ή μόνο την ψιλή κυριότητα ή επικαρπία στην κύρια κατοικία του;
Και σε αυτές τις περιπτώσεις ισχύει η προστασία της κύριας κατοικίας του, σύμφωνα με το ν. 3996/2011 που διευκρίνισε ως προς το σημείο αυτό τον ν. 3869/2010.
20. Τι συμβαίνει σε περίπτωση ύπαρξης εγγυητή;
Η ρύθμιση του ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα είναι προσωποπαγής και αφορά μόνο στον αιτούντα οφειλέτη. Αν σε κάποια από τις υποχρεώσεις του υπάρχει εγγυητής, η τυχόν ρύθμιση των υποχρεώσεων του οφειλέτη δεν επηρεάζει τη σχέση μεταξύ πιστωτών και εγγυητή.
Στην περίπτωση αυτή ο εγγυητής θα πρέπει, αν θεμελιώνει τις προϋποθέσεις του Νόμου, να κάνει δική του αίτηση υπαγωγής σε αυτόν, περιλαμβάνοντας και τις οφειλές για τις οποίες ενέχεται ως εγγυητής.Όταν κάποιος καταφεύγει στις διατάξεις του ως άνω νόμου για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά και ενέχεται σε κάποια οφειλή ως εγγυητής, καλό είναι να την περιλάβει στο σχέδιο διευθέτησης των οφειλών του ώστε να περιληφθεί στη ρύθμιση σε περίπτωση που κληθεί σε καταβολές.
21. Τι συμβαίνει με την απόφαση που εκδίδει το Ειρηνοδικείο;
Η απόφαση που ρυθμίζει τις οφειλές του αιτούντος είναι άμεσα εκτελεστή, ακόμα και αν οι πιστωτές κάνουν έφεση ή αναίρεση, όπως έχουν δικαίωμα. Σε κάθε περίπτωση, δικαίωμα για έφεση ή αναίρεση έχει και ο οφειλέτης, αν η απόφαση έχει εκδοθεί σε βάρος του κατά τρόπο εσφαλμένο.
22. Ποια είναι τα κριτήρια για την υπαγωγή στην ηλεκτρονική πλατφόρμα του ν. 4605/2019;
Σύμφωνα με το νέο νόμο για την προστασία της πρώτης κατοικίας (ν. 4605/2019, άρθρ. 68 επ.), πλέον ήδη από 01.07.2019, οι δανειολήπτες, για να προστατεύσουν την πρώτη κατοικία τους από τον πλειστηριασμό, πρέπει να υποβάλλουν ηλεκτρονικά αίτηση στην ειδική πλατφόρμα που έχει δημιουργηθεί για αυτό το σκοπό. Δεν ακολουθείται, δηλαδή, η διαδικασία του ν. 3869/2010 (ευρύτερα γνωστού ως «νόμου Κατσέλη), η οποία παραμένει για δανειολήπτες οι οποίοι δεν είναι ιδιοκτήτες ακίνητης περιουσίας. Η εν λόγω διαδικασία περιλαμβάνει τους οφειλέτες και τους συνοφειλέτες χρηματικών απαιτήσεων από οποιαδήποτε αιτία, εφόσον έχουν παραχωρήσει υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης σε ακίνητο ιδιοκτησίας τους που χρησιμεύει ως πρώτη κατοικία, καθώς και τους εγγυητές απαιτήσεων, εφόσον για οφειλή τρίτου προσώπου έχουν παραχωρήσει υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης σε ακίνητο δικής τους ιδιοκτησίας. Επομένως, η εν λόγω διαδικασία δεν περιλαμβάνει ιδιοκτήτες ακινήτων, οι οποίοι έχουν οφειλές, έστω και ληξιπρόθεσμες, για τις οποίες δεν έχει επιβαρυνθεί η πρώτη τους κατοικία με υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης, ή για όσους ιδιοκτήτες έχουν επιβαρυνθεί με τα παραπάνω βάρη αλλά σε ακίνητο άλλο, πλην αυτού που χρησιμεύει ως πρώτη κατοικία για αυτούς.
Εφόσον λοιπόν, φυσικό πρόσωπο, έμπορος ή μη, διατηρεί οφειλές έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων, στα οποία περιλαμβάνεται και το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, για την εξασφάλιση των οποίων έχει παραχωρήσει υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης σε ακίνητο που χρησιμεύει ως πρώτη του κατοικία μπορεί να υποβάλει ηλεκτρονικά αίτηση για την προστασία αυτής από τη ρευστοποίηση εάν πληροί τις παρακάτω προϋποθέσεις σωρευτικά:
Αναφορικά με το ακίνητο, αρκεί οποιοδήποτε δικαίωμα του υποψήφιου αιτούντος σε αυτό, είτε πλήρους κυριότητας είτε κατά ιδανικά μερίδια πλήρους κυριότητας, ψιλής κυριότητας ή και επικαρπίας σε ακίνητο, το οποίο, όπως ειπώθηκε ανωτέρω, χρησιμεύει ως κύρια κατοικία. Το μέγιστο όριο ώστε το ακίνητο να προστατευθεί τίθεται, όταν η οφειλή αφορά σε επιχειρηματικά δάνεια, σε αξία μέχρι 175.000 ευρώ, και μέχρι 250.000 ευρώ, αν η οφειλή προέρχεται από άλλης αιτίας δανειακά προϊόντα (για παράδειγμα καταναλωτικά δάνεια). Ως αξία του ακινήτου, για την εξακρίβωση της δυνατότητας υπαγωγής στο νόμο, λαμβάνεται υπόψιν η αναγραφόμενη στην τελευταία δήλωση του ΕΝΦΙΑ (ή εκκαθαριστικό ΕΝΦΙΑ, όπως συνηθέστερα λέγεται).
Όταν οι οφειλές ξεπερνούν το ποσό των 20.000 ευρώ, η αξία των υπολοίπων στοιχείων της ακίνητης περιουσίας, πλην της κύριας κατοικίας δηλαδή, του αιτούντος, του/της συζύγου (ή μέρους συμφώνου συμβίωσης) και των τυχόν εξαρτώμενων μελών, καθώς και των τυχόν μεταφορικών μέσων που έχουν στην κατοχή τους (αυτοκίνητα κ.α.), δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 80.000 ευρώ. Επίσης, η αξία τυχόν καταθέσεων και άλλων κινητών αξιών των παραπάνω προσώπων, δεν πρέπει να υπερβαίνει το ποσό των 15.000 ευρώ.
Ο αιτών πρέπει να δηλώνει οικογενειακό εισόδημα μέχρι 12.500 ευρώ, προσαυξανόμενο κατά 8.500 ευρώ για τον/την σύζυγο (ή μέρος συμφώνου συμβίωσης) και κατά 5.000 ευρώ για κάθε εξαρτώμενο μέλος και μέχρι τρία μέλη. Ως οικογενειακό εισόδημα εννοείται αυτό που λαμβάνει η κάθε οικογένεια και προέρχεται από κάθε πηγή, (μισθούς, συντάξεις, ενοίκια κ.α.), όπως αυτό αποτυπώνεται στην τελευταία, κατά τη στιγμή της αίτησης, υποβληθείσα δήλωση φορολογίας εισοδήματος.
Ως προς τις οφειλές, το ύψος αυτών, ως προϋπόθεση για την υποβολή αίτησης, πρέπει να ανέρχεται στο ποσό των 100.000 ευρώ για επιχειρηματικά δάνεια και 130.000 ευρώ για τα υπόλοιπα δανειακά προϊόντα, ενώ στο παραπάνω ποσό περιλαμβάνονται κεφάλαιο, τόκοι και τυχόν έξοδα. Οι οφειλές αυτές πρέπει να βρίσκονται σε καθυστέρηση τουλάχιστον τριών (3) μηνών έως την 31η Δεκεμβρίου 2018.
Μετά την εξακρίβωση των ανωτέρω, ο οφειλέτης μπορεί να εισέλθει στην πλατφόρμα που προετοιμάσθηκε για αυτό το σκοπό με τους κωδικούς που χρησιμοποιούνται για το «taxisnet». Αμέσως μετά, ο οφειλέτης παραχωρεί συναίνεση για άρση του φορολογικού και τραπεζικού του απορρήτου, ώστε η πλατφόρμα να μπορεί να αντλήσει αυτόματα τα στοιχεία του που ενδιαφέρουν για την πρόοδο της αίτησης του. Ο αιτών μπορεί στη συνέχεια να υποβάλει αίτηση με τα στοιχεία του, ενημερώνοντας τα προσωπικά του στοιχεία, τη διεύθυνση κατοικίας του και τα στοιχεία επικοινωνίας. Για την οριστική υποβολή της αίτησης, ο αιτών καλείται να αναγράψει τον κωδικό πρόσβασης που έλαβε στο ηλεκτρονικό του ταχυδρομείο και να επιβεβαιώσει τη διεύθυνση αυτού. Τέλος, του αποστέλλεται μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου όπου ο αιτών – οφειλέτης ενημερώνεται ότι πρέπει να αναμένει την αυτόματη άντληση των στοιχείων των οφειλών του από την πλατφόρμα. Όταν το σύστημα αντλήσει τα παραπάνω, πάλι ο αιτών ενημερώνεται με μήνυμα στο ηλεκτρονικό του ταχυδρομείο ώστε να εισέλθει στην πλατφόρμα για να συνεχίσει την πορεία της ρύθμισης των οφειλών του.